Pneumocystis Pneumonia (Pneumocystis Carinii Pneumonia - PCP)
Πνευμοκύστη
Carinii: ο συχνότερος αιτιολογικός παράγων
πνευμονίας σε ασθενείς με μόλυνση ΗIV (60 - 75% όλων των ασθενών έχουν
τουλάχιστον ένα επεισόδιο πνευμονίας από Πνευμοκύστη carinii - PCP). Η επίπτωση
της λοίμωξης έχει περιορισθεί μετά την εφαρμογή χημειοπροφύλαξης μέσω εισπνοής.[1]
Πρόκειται για πνευμονία με πολύ κακή πρόγνωση.[2] Η PCP σπάνια
εκδηλώνεται σε ασθενείς χωρίς ανοσοανεπάρκεια (οι σημαντικότεροι παράγοντες
κινδύνου για PCP σε ασθενείς χωρίς λοίμωξη από HIV είναι η χρήση
κορτικοστεροειδών και οι διαταραχές στην κυτταρική ανοσία).[3]
Πνευμονία
από Πνευμοκύστη (Pneumocystis
pneumonia - PCP): αποτελεί δυνητικά θανατηφόρο ευκαιριακή λοίμωξη, η οποία εμφανίζεται σε
ανοσοκατεσταλμένα άτομα και προκαλείται από το παθογόνο στέλεχος Pneumocystis Jirovecii
(γνωστό παλαιότερα ως Pneumocystis Carinii), έναν μικροοργανισμό ο οποίος
κατηγοριοποιείται ως μύκητας αλλά μοιράζεται και βιολογικά χαρακτηριστικά με τα
πρωτόζωα.[3] Κλασικά, το PCP ήταν το ακρωνύμιο για την πνευμονία από
Pneumocystis Carinii,
αλλά ο αιτιολογικός μικροοργανισμός επαναταξινομήθηκε ως Pneumocystis Jirovecii. Για την ακρίβεια, ο
όρος Pneumocystis Carinii
αναφέρεται σε στελέχη που βρέθηκαν σε επίμυες, ενώ ο Pneumocystis Jirovecii
αναφέρεται στο ανθρώπινο απομονωμένο στέλεχος.[4]
Η PCP αποτελούσε την
αρχική καθοριστική εκδήλωση του AIDS στο 50% των ασθενών σε κάποιες αρχικές
σειρές ασθενών.[6] Σε ασθενείς με AIDS οι λοιμώξεις εξαρτώνται από
το επίπεδο της ανοσολογικής επάρκειας. Όταν το επίπεδο των CD4 είναι > 200
κύτταρα Χ 109/ L, πνευμονία από βακτηρίδια όπως S. pneumoniae, H.
influenzae, S. aureus και Μ. tuberculosίs είναι συχνότεροι παθογόνοι
παράγοντες. Σε ασθενεις με CD4 < 200 κύτταρα Χ 109/ L, παθογόνοι
παράγοντες όπως η Pneumocystis jiroveci και Μυκοβακτηρίδια της φυματίωσης είναι συχνά παθογόνα. Όταν τα CD4 < 100
κύτταρα Χ 109/ L, ο cytomegalovirus, τα άτυπα Μυκοβακτηρίδια και οι
μύκητες είναι συχνότερα αίτια.[5]
Απεικονιστικά:
Απλή Ακτινογραφία (Rx): σε
πρώιμα στάδια μπορεί να είναι φυσιολογική (10%) ενώ η δύσπνοια προηγείται των
ακτινολογικών αλλοιώσεων: αμφοτερόπλευρες διάμεσες ή τύπου θαμβής υάλου
διηθήσεις, με παραπυλαία εντόπιση στα μέσα και κατώτερα πνευμονικά πεδία. Οι
διηθήσεις μπορεί να εξελιχτούν ραγδαία
και να προσβάλουν ολόκληρο τον πνεύμονα.[6] Σε όψιμο στάδιο, η νόσος
μιμείται πνευμονικό οίδημα.[2] Πλευριτική συλλογή (ασυνήθης).
Ασθενείς με AIDS που υποβάλλονται σε προφυλακτική θεραπεία με πενταμιδίνη
(aerosol) είναι πιθανό να αναπτύξουν άτυπες μορφές της νόσου,
συμπεριλαμβανομένων της κατανομής της νόσου στις κορυφές, της αποτιτάνωσης
πυλαίων και κοιλιακών λεμφαδένων και της πνευμονική κυστικής νόσου.[6] Αξονική Τομογραφία (CT)[1]: Η αρχική εμφάνιση μιας πνευμονίτιδας
από Πνευμοκύστη carinii είναι αυτή μιας κατεξοχήν κυψελιδικής διεργασίας με
ακανόνιστες σκιάσεις θολής υάλου με διάχυτη αμφοτερόπλευρη κατανομή και
περιπυλαία επίταση. Σε ασθενείς που παίρνουν προφυλακτική θεραπεία δια ψεκασμού
(aerosol), οι αλλοιώσεις φιλούν τους άνω λοβούς. Με την περαιτέρω εξέλιξη της
λοίμωξης, οι ανοσοκατασταλμένοι ασθενείς αναπτύσσουν εκτεταμένη πύκνωση με
αεροβρογχόγραμμα, ενώ οι ασθενείς με ικανή ανοσία (παίρνοντας θεραπεία)
αναπτύσσουν μία κοκκιωματώδη αντίδραση με διάμεση ίνωση και οζώδεις αλλοιώσεις.
Πλευριτική συλλογή και μεσοθωρακική λεμφαδενοπάθεια (σπάνια με αποτιτανώσεις)
είναι κάπως ασυνήθης. Η δυναμική των σκιάσεων θολής υάλου παρέχει ένα κριτήριο
παρακολούθησης της ανταπόκρισης του ασθενούς στη φαρμακευτική θεραπεία. Οι
ασθενείς με AIDS που παίρνουν προφυλακτική θεραπεία με πενταμιδίνη δια ψεκασμού
(aerosol) είναι η υποομάδα, η πλέον πιθανή να αναπτύξει καταστροφικές κυστικές
αλλοιώσεις του πνεύμονα (Πνευματοκήλες ή Παχυτοιχωματικές κύστεις), που κυρίως
προσβάλλουν τους άνω λοβούς και τα κορυφαία τμήματα των κάτω λοβών. Αρχικά,
μικρές κύστεις εμφανίζονται μέσα σε πυκνωτικές περιοχές και αργότερα συρρέουν
και σχηματίζουν μεγαλύτερες κύστεις. Πνευμοθώρακας είναι μία πιθανή επιπλοκή
των υποϋπεζωκοτικών κύστεων. Οι αλλοιώσεις μπορεί να υποχωρήσουν σχεδόν πλήρως
μετά τη θεραπεία. Οι κύστεις πρέπει να διαφοροδιαγνωσθούν από κοιλοποιούμενες
βλάβες που προκαλούνται από σηπτικά έμβολα ή μυκητιασικές λοιμώξεις.
Karapasias Nikos, MD Radiologist
[1]M. Prokop, Spiral and Multislice Computed
Tomography of the Body, 2003, Τhieme, 392-393, ISBN-10: 9780865778702
[2]F.A. Burgener, S.P. Meyers, R.K. Tan, W. Zaunbauer, Διαφορική διάγνωση στη μαγνητική τομογραφία, 2005, Κλειδάριθμος, ISBN: 960-209-863-5
[3]Σ. Ανευλαβής, Κ. Καλτσάς MD, Δ. Μπούρος, Χημειοπροφύλαξη για Πνευμονία από Πνευμοκύστη (PCP) σε HIV-αρνητικούς ασθενείς, ΠΝΕΥΜΩΝ Τεύχος 4ο, Τόμος 25ος, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2012
[4]H. Knipe, B. Amini et al., Pneumocystis pneumonia, http://radiopaedia.org/ articles/ pneumocystis-pneumonia
[5]Κ. Μαλαγάρη, Συνοπτική Ακτινοσημειολογια Θώρακος, 2010, Ζεβελεκακης, ISBN: 97896089955215
[6]David Sutton, Textbook of Radiology and Imaging, Churchill Livingstone; 7 edition, ISBN-10: 0443071098
[2]F.A. Burgener, S.P. Meyers, R.K. Tan, W. Zaunbauer, Διαφορική διάγνωση στη μαγνητική τομογραφία, 2005, Κλειδάριθμος, ISBN: 960-209-863-5
[3]Σ. Ανευλαβής, Κ. Καλτσάς MD, Δ. Μπούρος, Χημειοπροφύλαξη για Πνευμονία από Πνευμοκύστη (PCP) σε HIV-αρνητικούς ασθενείς, ΠΝΕΥΜΩΝ Τεύχος 4ο, Τόμος 25ος, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2012
[4]H. Knipe, B. Amini et al., Pneumocystis pneumonia, http://radiopaedia.org/ articles/ pneumocystis-pneumonia
[5]Κ. Μαλαγάρη, Συνοπτική Ακτινοσημειολογια Θώρακος, 2010, Ζεβελεκακης, ISBN: 97896089955215
[6]David Sutton, Textbook of Radiology and Imaging, Churchill Livingstone; 7 edition, ISBN-10: 0443071098