Hereditary Multiple Exostoses (Diaphyseal Aclasis)
[1]David Sutton, Textbook of Radiology and Imaging, Churchill Livingstone; 7
edition, ISBN-10: 0443071098
Κληρονομικές
Πολλαπλές Εξοστώσεις
(Διαφυσιακή Ακλασία, Πολλαπλή
Οστεοχονδρωμάτωση, Σύνδρομο Πολλαπλών Εξοστώσεων, Κληρονομικές Πολλαπλές Εξοστώσεις, Hereditary Multiple Exostoses - HME, Diaphyseal Aclasis):
σπάνια σκελετική ανωμαλία, η οποία κληρονομείται (& έχει οικογενή κατανομή:
στο 60% των ασθενών πάσχει ένας από τους δυο γονείς: οι υπόλοιπες περιπτώσεις
οφείλονται πιθανώς σε μεταλλάξεις του γονιδίου[1]) κατά τον
αυτοσωματικό κυρίαρχο χαρακτήρα (Online Mendelian Inheritance in Man - ΟΜΙΜ) και χαρακτηρίζεται από πολλαπλές
οστικές διογκώσεις (εξοστώσεις ή οστεοχονδρώματα), συχνά στο αυξητικό άκρο των
μακρών οστών (επίφυση) αλλά και σε διάφορα τμήματα του σκελετού.[2] Η
νόσος προσβάλλει εξίσου τα δύο φύλα και τα μέλη
μιας οικογένειας που έχουν τη νόσο δεν προσβάλλονται απαραίτητα στον
ίδιο βαθμό.[1] Οι κληρονομικές πολλαπλές εξοστώσεις είναι οι συχνότερες οστικές δυσπλασίες.[3]
Η συχνότητα της
κυμαίνεται σε 0,9 - 2 περιπτώσεις /
100.000 και συχνότερα προσβάλλεται η
λευκή φυλή. Έχουν διαπιστωθεί 3 διαφορετικά γονίδια της νόσου: το EXT1, ΕΧΤ2 και ΕΧΤ3 στα
χρωμοσώματα 8q, 11p και 19p, αντίστοιχα. Το 64 - 76% των οικογενειών με HME
έχει μεταλλάξεις του γονιδίου EXT και 21-30%, του EXT2. Οι 3 αυτοί γενότυποι
μπορεί να έχουν σαν αποτέλεσμα διαφορετική φαινοτυπική έκφραση των HME, η οποία
ερμηνεύει την ποικιλομορφία των εκδηλώσεων της νόσου. Έχουν διαπιστωθεί
περισσότερες από 80 διαφορετικές μεταλλάξεις του γονιδίου EXT1 και 40, του
γονιδίου EXT2.[3]
Σχετίζεται με κοντό
ανάστημα, σκελετικές και μη σκελετικές
επιπλοκές,[2] και στις περισσότερες περιπτώσεις η διάγνωση τίθεται
στην ηλικία των ~5 ετών, ενώ σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις η διάγνωση θα έχει
τεθεί έως την ηλικία των 12 ετών.[4]
Η νόσος προσβάλλει
κυρίως τα μακρά οστά και ειδικά τις
περιοχές των μεταφύσεων στις αρθρώσεις του ώμου, του ισχίου, του
γόνατος και στην ποδοκνημική, οι οποίες διαπλατύνονται ανώμαλα και αποκτούν
σχήμα ρολογιού. Στις τοπικές αυτές διαπλατύνσεις
των διαφύσεων προβάλλουν εξοστώσεις με αποστρογγυλωμένα ή αιχμηρά άκρα.
Ο φλοιός των εξοστώσεων συνέχεται με το φλοιό των διαφύσεων και το σπογγώδες
οστό τους συνέχεται με τη σπογγώδη οστέινη ουσία των διαφύσεων, συνεπώς οι
εξοστώσεις δεν βρίσκονται επάνω στον φλοιό. Εξοστώσεις απαντούν επίσης στα
σπονδυλικά σώματα και στο έσω χείλος της ωμοπλάτης. Οι επιφύσεις δεν θίγονται.[1]
Στα βρέφη οι
εξοστώσεις φαίνονται ως μικρές
προσεκβολές των μεταφύσεων. Καθώς αυξάνον σε μέγεθος, κατευθύνονται μακριά από την παρακείμενη
άρθρωση. Την περίοδο της αύξησης του σκελετού, οι εξοστώσεις καλύπτονται από χόνδρο που
υφίσταται στικτή αποτιτάνωση και με την προοδευτική ωρίμαση του σκελετού ο
χόνδρος γίνεται πιο ακτινοσκιερός και είναι δυνατόν να διακριθεί το ομαλό όριό
του. Όταν σταματήσει η ανάπτυξη του
σκελετού η οστέωση του χόνδρου έχει συνήθως ολοκληρωθεί. Οι εξοστώσεις
και οι αλλοιώσεις των μεταφύσεων αποτελούν ξεχωριστές βλάβες που μπορεί να
επιπροβάλλουν.[1]
Η αύξηση του εύρους
των οστών συνοδεύεται συχνά από βράχυνση τους, με αποτέλεσμα την παραμόρφωσή
τους. Οι αλλοιώσεις αυτές είναι
ιδιαίτερα συχνές στην κερκίδα και την ωλένη και οδηγούν στην Παραμόρφωση Madelung. Επίσης μπορεί να παρατηρηθεί κύρτωση των μετακαρπίων, κερκιδωλενικη
συνοστέωση και εξάρθρημα της κεφαλής της κερκίδας. Η Νόσος Ollier έχει παρόμοια
εμφάνιση.[1]
Οι αλλοιώσεις μπορεί
να είναι εμφανείς στην παιδική ηλικία, ειδικά αν είναι γνωστό ότι πάσχει ο ενας
από τους γονείς ή αν οι βλάβες θίγουν ένα υποδόριο οστό όπως είναι η κνήμη.
Μπορεί να συμβεί συμπίεση νεύρων, ενώ αν προσβληθεί η σπονδυλική στήλη μπορεί
να παρουσιαστεί παραπληγία.[1]
Ορισμένες
βλάβες εκδηλώνονται με αμβλύ πόνο, όμως το άλγος και η
ταχεία αύξηση της βλάβης δημιουργούν την υπόνοια κακοήθους εξαλλαγής . Η
επίπτωση του χονδροσαρκώματος στη διαφυσιακή ακλασία είναι ~10% (σε ικανό
αριθμό βιβλιογραφιών αναφέρεται ένα εύρος 0,5 - 25%[3], [4]) και
συχνά τα χονδροσαρκώματα αναπτύσσονται γύρω από την άρθρωση του ισχίου.[1]
Συνήθως
οι εξοστώσεις δεν δημιουργούν κλινικά προβλήματα:
δεν χρειάζονται καμία θεραπεία. Σε σπάνιες περιπτώσεις: εξαφανίζονται αυτόματα.
Σε ορισμένες όμως περιπτώσεις: χειρουργική αφαίρεση ή / και διόρθωση των
παραμορφώσεων. Ενδείξεις χειρουργικής
θεραπείας: ●Σχηματισμός επώδυνου θυλάκου, ●Πόνος, ●Διαταραχές της
ανάπτυξης, ●Ταχέως αναπτυσσόμενη διόγκωση, ●Περιοχές που εκθέτουν τον όγκο σε
επανειλημμένες κακώσεις, ●Περιορισμός της κινητικότητας των αρθρώσεων, ●Σοβαρές
αισθητικές παραμορφώσεις, ●Δευτεροπαθής συμπίεση τενόντων, νεύρων ή αγγείων, ●Κλινική
ή ακτινολογική / σπινθηρογραφική υποψία κακοήθους εξαλλαγής.[3]
Η
νόσος δεν επηρεάζει την διάρκεια της επιβίωσης:
οι περισσότεροι ασθενείς διάγουν φυσιολογική ζωή. Η 10ετής συχνότητα επιβίωσης
μετά την χειρουργική αφαίρεσή τους προσεγγίζει το 94%.[3]
Karapasias Nikos, MD Radiologist
[2]Philippe C, Porter DE, Emerton ME, Wells DE, Hamish
AR., Simpson W, Monaco AP. Mutation Screening of the EXT1 and EXT2 Genes in
Patients with Hereditary Multiple Exostoses. Am. J. Hum. Genet. 1997; 61:
520-528
[3]Κληρονομικές πολλαπλές εξοστώσεις (Hereditary multiple exostoses),
www.e-rheumatology.gr/ scientific - articles/ klironomikes – pollaples –
eksostoseis – hereditary - multiple-exostoses
[4]B. Di Muzio, F. Gaillard et al., Hereditary
multiple exostoses, radiopaedia.org/ articles/ hereditary-multiple-exostoses